Το άρθρο αυτό εντάσσεται σε μια σειρά άρθρων που αποσκοπούν στην
αποδόμηση, με στοιχεία, των μύθων που μας απομάκρυναν από την Ευρώπη και
απαγόρευσαν την εθνική συνεννόηση. Διότι -λυπούμαι που το λέω- κόμματα
και πρόσωπα που διεκδίκησαν την εξουσία, κατά την διάρκεια της κρίσης
διηγήθηκαν παραμύθια στον ελληνικό λαό. Προφανώς τον θεώρησαν ανώριμο να
μάθει και να αντιμετωπίσει την αλήθεια του. Απ΄αυτό το παιχνίδι του
ψεύδους δεν ωφελήθηκε ο λαός αλλά οι πολιτικοί που καλλιέργησαν
ψευδαισθήσεις, στρουθοκαμηλισμό, άγνοια και απώθηση για την Ευρώπη.
Είναι το χρέος της Ελλάδας βιώσιμο; Πολλοί απαντούν αμέσως αρνητικά
αλλά στην πραγματικότητα η απάντηση εξαρτάται α) από τις επιλογές που
υπάρχουν β) από τις συνέπειες κάθε επιλογής. Διότι το κρίσιμο του
ερωτήματος δεν προκύπτει από αυτό καθεαυτό το μέγεθος του χρέους (βλ.
Ιαπωνία με χρέος πάνω από 200% του ΑΕΠ) αλλά από το πόσο μεγάλο -άρα και
πόσο διαχειρίσιμο- είναι το κόστος εξυπηρέτησής του. Ε, λοιπόν, κόντρα
σ' όλα τα παραμύθια που ακούγονται, οι αριθμοί απαντούν: ποτέ τα
τελευταία 25 χρόνια δεν πληρώναμε λιγότερα για την εξυπηρέτηση του
χρέους μας.
Θα εξηγήσω, με ένα καθημερινό παράδειγμα, γιατί είναι σχετικό το ερώτημα περί βιωσιμότητας του χρέους.
α) έχω ένα στεγαστικό δάνειο και πληρώνω μηνιαία δόση το 50% του
μισθού μου. Το σπίτι αξίζει πολύ περισσότερο από όσα χρωστώ στην
τράπεζα. Ο νόμος δεν με προστατεύει και η τράπεζα με απειλεί με
κατάσχεση. Εγώ θα απαντούσα ότι το χρέος μου είναι βιώσιμο και θα έκανα
τα αδύνατα δυνατά για να το εξυπηρετώ.
β) έχω ένα στεγαστικό δάνειο και πληρώνω μηνιαία δόση το 30% του μισθού
μου. Το σπίτι αξίζει πολύ λιγότερο από όσα χρωστώ στην τράπεζα. Ο νόμος
με προστατεύει και η τράπεζα δεν μπορεί να μου πάρει το σπίτι. Εγώ θα
απαντούσα ότι το χρέος μου δεν είναι βιώσιμο και θα διαπραγματευόμουν με
την τράπεζα (από θέση ισχύος) για να βελτιώσει τους όρους του δανείου
μου.
γ) έχω ένα στεγαστικό δάνειο για το οποίο χρειάζεται να πληρώνω ως δόση
το 500% του μισθού μου. Προφανώς δεν μπορώ να το εξυπηρετήσω, όσο και αν
θέλω να σώσω το σπίτι.
Παρακαλώ σημειώστε ότι στην περίπτωση (γ), το κριτήριο για την
απόφαση μη βιωσιμότητας δεν είναι το απόλυτο ύψος του χρέους αλλά πόσα
μπαίνουν και πόσα βγαίνουν κάθε μήνα από την τσέπη μου.
Το βάρος των τόκων
Στην περίπτωση του ελληνικού χρέους, και με μοναδικό κριτήριο την
αλήθεια των αριθμών, είναι ξεκάθαρο ότι το βάρος του χρέους στην
οικονομία μας είναι διαχειρίσιμο και οπωσδήποτε δεν εμπίπτει στην
περίπτωση (γ) του παραδείγματος.
Το χρέος της Ελλάδας έχει διαμορφωθεί στο 177% του ΑΕΠ, πολύ υψηλό.
Και λέγεται συχνά ότι αποτελεί δυσβάσταχτο βάρος για την οικονομία μας. Ο
αντίλογος στην άποψη αυτή είναι: παρά την αύξησή του, το χρέος έγινε
πιο «διαχειρίσιμο» με την αναδιάρθρωση-κούρεμα του 2012 (PSI) και, λόγω
του χαμηλού επιτοκίου, λιγότερο δυσβάστακτο.
Πριν ανατρέξουμε στους αριθμούς, ας έχουμε υπόψιν ότι ο
αντιπροσωπευτικός δείκτης για το βάρος που επιφέρει το χρέος σε μια
οικονομία είναι το ύψος των τόκων που απαιτεί η εξυπηρέτησή του σε σχέση
με το μέγεθος αυτής της οικονομίας. Με άλλα λόγια, οι τόκοι ως ποσοστό
του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ).
Το 2001, λοιπόν, οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους μας ανέρχονταν στο
6,4% του ΑΕΠ, ο μέσος όρος για την 8ετία 2001-2009 ήταν 5,1%, ενώ το
2014 οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους έπεσαν στο 3,1% του ΑΕΠ.
Ας δούμε τα δεδομένα που τεκμηριώνουν αυτήν την αλήθεια (Πίνακας1,2)
Αν συγκρίνουμε μάλιστα το 2014 με το 2009 -τελευταία χρονιά πριν το μνημόνιο- βλέπουμε ότι:
α) Το 2014 το χρέος σε απόλυτους αριθμούς είναι λίγο μεγαλύτερο απ' όσο το 2009 (+8%).
β) Το 2014 το ΑΕΠ της χώρας είναι αρκετά μικρότερο από το 2009 (-24,5%).
γ) Το 2014 οι τόκοι, με τους οποίους επιβαρύνεται η οικονομία λόγω του χρέους, είναι σημαντικά μειωμένοι (-54%).
Με άλλα λόγια, οι τόκοι ως ποσοστό του ΑΕΠ είναι αρκετά μειωμένοι (-39%).
Συμπέρασμα: Ποτέ πριν -κι αυτό ισχύει και για τη δεκαετία 1990– το
βάρος των τόκων στην οικονομία δεν ήταν τόσο χαμηλό όσο είναι σήμερα!!!
Το βάρος της μείωσης του χρέους
Μήπως όμως θα είναι έτσι ή αλλιώς πολύ δυσβάσταχτο για την οικονομία
και την κοινωνία μας, το βάρος από την προσπάθεια μείωσης του χρέους;
Για να μην σας κουράσω, παραθέτω ένα γράφημα. (Πηγή: Belgian Debt Agency
εδώ)
Πρόκειται για την εξέλιξη του χρέους του Βελγίου, το οποίο μείωσε
μέσα σε 11 χρόνια (από το 1995 έως το 2006) το χρέος του από το 130,7%
στο 90,7% του ΑΕΠ και κανείς μας δεν άκουσε για πείνα, μιζέρια ή
καταστροφή στην οικονομία του Βελγίου.
Το κόστος της κακής διαχείρισης
Φυσικά, αν είναι ή δεν είναι βιώσιμο το χρέος εξαρτάται και από το
κουμάντο που κάνει ο νοικοκύρης. Ένα πρόχειρο παράδειγμα είναι το πώς
αυξήσαμε το χρέος μας κατά 27 δισ. μέσα σε ένα χρόνο εξαιτίας κακής
διαχείρισης.
Τον Απρίλιο του 2014 ξένοι θεσμικοί επενδυτἐς έβαλαν 8,5 δισ.
κεφάλαια στις Αυξήσεις Μετοχικού Κεφαλαίου των Ελληνικών Τραπεζών. Αυτό
ήταν καλό νέο για το χρέος μας για 2 λόγους:
Α) Οι μετοχές που κατείχε το Ελληνικό Δημόσιο στις τιμές που αγόρασαν
οι ξένοι επενδυτές το 2014, αποτιμούνταν στο ποσό των 16,5 δισ.
(Υπενθυμίζω ότι δια της διαδικασίας ανακεφαλαιοποίησης του τραπεζικού
συστήματος, το Ελληνικό Δημόσιο έγινε κάτοχος σημαντικών πλειοψηφικών
πακέτων σε όλες τις Τράπεζες.) Δυνητικά λοιπόν θα μπορούσε το ελληνικό
δημόσιο στο μέλλον να πουλήσει τις μετοχές του σε αντίστοιχες τιμές και
να χρησιμοποιήσει το έσοδο για να μειώσει το χρέος κατά 16,5 δισ..
Β) Αφού υπήρχαν ιδιώτες επενδυτές διατεθειμένοι να βάλουν κεφάλαια
στις Τράπεζες, δεν χρειαζόταν να κρατάμε τα περίφημα 11 δισ. που είχαμε
σε εφεδρεία για την περίπτωση που το σύστημα χρειαζόταν και άλλη
ενίσχυση. Τα 11 αυτά δισ. όμως τα είχαμε δανειστεί. Και αφού δεν τα
χρειαζόμασταν πλέον, θα μπορούσαμε να τα επιστρέψουμε και να μειώσουμε
το χρέος κατά 11 δισ..
Αμ δε! Εμείς όμως κάναμε πρόωρες εκλογές με σύνθημα μια ΣΕΙΣΑΧΘΕΙΑ,
οπότε ο κόσμος σταμάτησε να πληρώνει τρέφοντας προσδοκίες και ελπίδες
σεισάχθειας. Κάναμε και σκληρή διαπραγμάτευση 5 μήνες εξαντλώντας την
οικονομία. Τα κόκκινα δάνεια εκτοξεύθηκαν πάλι. Κερδίσαμε εθνική
αξιοπρέπεια μάλλον ψευδεπίγραφη και οπωσδήποτε όχι ανέξοδη. Διότι τώρα η
αξία των τραπεζικών μετοχών που κατέχει το Ελληνικό Δημόσιο τείνει στο
μηδέν. Τώρα πιθανότατα θα χρειαστούν και άλλα κεφάλαια οι τράπεζες
(ακόμη και χωρίς το δημοψήφισμα), δηλαδή, τα 11 δισ. του ΤΧΣ! Διότι τώρα
βέβαια κανένας επενδυτής δεν είναι διατεθειμένος να βάλει λεφτά στο
ελληνικό τραπεζικό σύστημα.
Με λύπη μου παρατηρώ ότι η πλειοψηφία της κυβέρνησης είναι απαίδευτοι
οικονομικά και οι πεπαιδευμένοι «αγρόν ηγόρασαν» για τη ζημιά των
Ελλήνων, επειδή σώζουν τους λαούς της Ευρώπης!
Πώς φτάσαμε σε αυτή την παρεξήγηση σχετικά με τη μη βιωσιμότητα του χρέους
Στην αρχή ήταν ένας λαμπρός οικονομολόγος. Άνθρωπος ιδιοφυής που
πίστεψε στο σενάριο (β), ότι δηλαδή θα μπορούσαμε να μην αποπληρώσουμε
το χρέος μας και να μην έχουμε συνέπειες.
Με το επικοινωνιακό του χάρισμα, την ευφράδεια, την ομορφιά και τις
βαθιές του γνώσεις θάμπωσε ένα κόμμα, μετά μία κυβέρνηση κι έναν
πρωθυπουργό που του ανέθεσε σταυροφορία για τη σωτηρία της Ευρώπης. Κάθε
τόσο επέστρεφε στην αδαή κυβέρνηση και στον λαό που δοκιμαζόταν με νέα
ευχάριστα, επικυρωμένα από την ακαδημαϊκή του αυθεντία, με βεβαιότητες
για την Ελλάδα και θαυμασμό για τον ίδιον. Και ο λαός τον λάτρεψε και
τον αντάμειψε με το πιο παράξενο βραβείο: του πιο αγαπημένου υπουργού
οικονομικών του πλανήτη! Σε μια πτωχευμένη χώρα που ασκεί περιοριστική
πολιτική, ένας τρόπος υπάρχει να λατρευτεί ο υπουργός οικονομικών: να
λέει παραμύθια και να μην κυβερνά.
Δεν ήταν βέβαια μόνος. Είχε βοήθεια από λαμπρούς Αγγλοσάξονες
οικονομολόγους, νομπελίστες και μη, που αποφάσισαν να λύσουν τις
διαφορές τους με το ευρώ στην πλάτη της Ελλάδας. Επαρκέστατοι
οικονομολόγοι που αγνοούν παντελώς τι συμβαίνει στη χώρα μας. Και φυσικά
ομιλούν εκ του ασφαλούς, του ασφαλούς δολαρίου, της ασφαλούς λίρας!
Έτσι έγινε κτήμα όλων ότι το χρέος μας δεν είναι βιώσιμο. Κι αν
κάποιος αρθρώσει άλλη γνώμη είναι γερμανοτσολιάς και προδότης που
υποσκάπτει την προσπάθεια της κυβέρνησης να απελευθερώσει τη χώρα από τα
δεσμά του χρέους. Ενώ, όπως εξήγησα πιο πάνω, ο σταυροφόρος πρόσθεσε
στα δεσμά της τουλάχιστον άλλα 27 δισ..
Το είπε και ο Mark Twain: Πίστη στην πατρίδα, πάντα. Πίστη στην κυβέρνηση, όταν το αξίζει.
Σημειώσεις:
1 Στον πίνακα παραθέτω το κόστος των τόκων, όπως αυτό εμφανίζεται στους
προϋπολογισμούς του κράτους για τα έτη 2001-2014, οι οποίοι αφορούν στην
Κεντρική Διοίκηση.
2 Η Γενική Κυβέρνηση περιλαμβάνει τρία υποσύνολα, την Κεντρική Διοίκηση,
τους Οργανισμούς Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) και τους Οργανισμούς
Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ).
3 Δεν παραθέτω στοιχεία για τη δεκαετία του '90 αλλά γνωρίζουμε ότι το
ύψος του χρέους ήταν περίπου 100% του ΑΕΠ ενώ το επιτόκιο δανεισμού του
ελληνικού δημοσίου ήταν πολύ υψηλότερο απ΄ όσο την περίοδο 2001-2009.
Οπότε, εύλογα προκύπτει ότι το κόστος του χρέους ήταν υψηλότερο την
δεκαετία του 1990.
*O Γιώργος Στρατόπουλος είναι οικονομολόγος με πολυετή θητεία στον χρηματοοικονομικό τομέα και PhD στη Θεωρητική Φυσική.