Παρασκευή 4 Ιουλίου 2014

Τρεις Ελληνίδες από την Τριφυλία πρέσβειρες του νομού στον Καναδά

«Οι συνταγές φέρνουν μαζί τους αναμνήσεις από τα ταξίδια μας στην πατρίδα. Φαγητά που μας άρεσε να τρώμε, αλλά που δε μαγειρεύαμε» λένε οι αδελφές Μπακόπουλος από το Γκουέλφ του Οντάριο.

Οι τρεις Ελληνίδες αδελφές, όπως αυτοπροσδιορίζονται μέσα από τις δημοσιεύσεις τους, συγκέντρωσαν σε δύο βιβλία ορισμένες από τις παραδοσιακές συνταγές της Ελλάδας. Συνταγές πέραν του πολυδιαφημισμένου μενού, με χωριάτικη σαλάτα, τζατζίκι, μουσακά και σουβλάκι, καθώς οι ελληνικές γεύσεις παραμένουν άγνωστες για τους πολλούς.

«Αρχικά θέλαμε να μαζέψουμε σε ένα βιβλίο όλες εκείνες τις συνταγές που μαγείρευαν η μητέρα μας και οι θείες μας για να μείνει ως ενθύμιο στα παιδιά μας». «Γνωρίζοντας από τον περίγυρό μας ότι η ελληνική κουζίνα είναι γνωστή στο εξωτερικό, σκεφτήκαμε ότι αυτό το βιβλίο πρέπει να απευθύνεται και στους ξένους, για να τη γνωρίσουν καλύτερα. Διότι ως τότε αγόραζαν βιβλία για την ισπανική και την ιταλική κουζίνα κυρίως».

Αποδεικνύουν έτσι ότι πρεσβευτές της εθνικής γευστικής μας ταυτότητας στους τόπους τους παραμένουν οι Έλληνες του εξωτερικού. Άλλωστε, κάθε γεύμα που διοργανώνουν αποτελεί γαστρονομική έκπληξη για τους καλεσμένους τους. «Οι τρεις αδελφές γύρω από το ελληνικό τραπέζι» ήταν και ο τίτλος του πρώτου βιβλίου τους που κυκλοφόρησε το Νοέμβριο του 2009. Έκανε γνωστές στο ευρύ κοινό του Καναδά - και όχι μόνο - πάνω από 100 συνταγές, απλές αλλά εξίσου νόστιμες και εντυπωσιακές. Από το λεμονάτο κοτόπουλο στο φούρνο με πατάτες ως τη σπανακόπιτα, το στιφάδο, το παστίτσιο και το αβγολέμονο.

Δεν πέρασε πολύς καιρός και το βιβλίο τους μπήκε στα ευπώλητα, κερδίζοντας βραβεία World Cookbook Gourmand για το καλύτερο ξενόγλωσσο και το καλύτερο βιβλίο με μεσογειακές συνταγές. Κέρδισαν και το βραβείο του καλύτερου βιβλίου σε αντίστοιχο φεστιβάλ της Νέας Υόρκης. Η ανταπόκριση συγκίνησε τις τρεις συγγραφείς. «Μέσα από το βιβλίο αυτό ο κόσμος αγάπησε την Ελλάδα, την Ιστορία της και το οικογενειακό περιβάλλον των γευμάτων μέσα από τις αφηγήσεις μας» εξηγεί η Ελένη. «Το γεγονός ότι πάντα κάθεται όλη η οικογένεια γύρω από το τραπέζι τούς συγκίνησε και τους εντυπωσίασε, επειδή είναι κάτι διαφορετικό για εκείνους. Κάτι το οποίο προσπαθούμε να διατηρήσουμε και εμείς σε καθημερινή βάση».

Με την προοπτική κάποια στιγμή να γυρίσουν πίσω στην πατρίδα μετανάστευσαν στο Τορόντο του Καναδά τη δεκαετία του 1970 ο Γιώργος και η Κατερίνα Μπακοπούλου. Όπως χαρακτηριστικά σχολιάζει η Ελένη για τους γονείς της, «τα τρία χρόνια έγιναν 43 και εκείνοι είναι ακόμη εδώ. Πλέον δε σκέφτονται να επιστρέψουν».

Οι αδελφές γεννήθηκαν στον Καναδά, μεγάλωσαν όμως σε ένα «ελληνικό περιβάλλον», στη λεωφόρο Ντάνφορθ του Τορόντο. Όλοι στη γειτονιά μιλούσαν ελληνικά, από το χασάπη, τον αρτοποιό, τον παντοπώλη, ως και τον οικογενειακό γιατρό. Στο σπίτι έμεναν μαζί με τους θείους τους, σε διαφορετικούς βέβαια ορόφους.

«Τα ελληνικά ήταν η κύρια γλώσσα μας» σχολιάζει η Ελένη. «Όταν πήγαμε σχολείο με την Μπέτυ, δε γνωρίζαμε αγγλικά. Παράλληλα, τα απογεύματα παρακολουθούσαμε και το ελληνικό σχολείο». Έτσι η επαφή τους με την Ελλάδα ήταν καθημερινή. Έχοντας αφήσει συγγενείς πίσω στο χωριό Κούβελα, κοντά στην Κυπαρισσία, η οικογένεια Μπακοπούλου - ιδίως τα κορίτσια από το 1976 - περνούσε τις καλοκαιρινές διακοπές στο σπίτι των παππούδων.

Όπως χαρακτηριστικά αναγράφουν και στην ιστοσελίδα τους, «όταν πολλοί από τους συμμαθητές μας ήταν σε θερινές κατασκηνώσεις, εμείς ήμασταν στο χωριό της μητέρας μας, κουβαλώντας νερό από το πηγάδι επάνω στο άλογο ή φτιάχνοντας ζυμαρικά από αβγό, αφήνοντάς τα πάνω σε λευκά σεντόνια για να στεγνώνουν στον ήλιο. Ψήναμε αρνί στη σούβλα στον ποταμό Νέδα, σε ένα τοπίο που θύμιζε βακχικές γιορτές. Διασκεδάζαμε στο ναό του Επικούριου Απόλλωνα. Αυτές οι στιγμές ήταν ανεκτίμητες. Σήμερα ο ήχος της ελληνικής μουσικής και το άρωμα της ελληνικής κουζίνας έχουν την ικανότητα να μας μεταφέρουν πίσω στο χρόνο». 


«Πίσω στις ρίζες» με βραβεία
 
Ακόμη και σήμερα οι τρεις αδελφές επισκέπτονται την Ελλάδα, το χωριό τους και τα ελληνικά νησιά μαζί με τις οικογένειές τους. Βέβαια, μετά το θάνατο του παππού τους, το σπίτι στο Κούβελα ερήμωσε για χρόνια. Πριν από περίπου μία διετία, όμως, πήραν την απόφαση να «επιστρέψουν στις ρίζες τους» και να αναπαλαιώσουν το πέτρινο σπίτι, από το οποίο έχουν όμορφες αναμνήσεις. Αλλά και για να μπορέσουν τα παιδιά τους - η Μπέτυ έχει τρεις κόρες, η Ελένη δύο γιους και η Σαμάνθα ένα κοριτσάκι έξι μηνών - να ζήσουν την ίδια μαγεία στην Ελλάδα.

Το ταξίδι αυτό αποτέλεσε το έναυσμα για τη συγγραφή του δεύτερου βιβλίου με τον τίτλο «Οι τρεις αδελφές: πίσω στις ρίζες» και με εξώφυλλο το σπίτι στο χωριό. Κυκλοφόρησε τον Απρίλιο του 2013 και κέρδισε πάλι το βραβείο για τις καλύτερες μεσογειακές συνταγές των βραβείων World Cookbook Gourmand. «Υπήρχαν συνταγές που έλειπαν, γι’ αυτό σκεφτήκαμε να φτιάξουμε πιο παραδοσιακά φαγητά στο δεύτερο βιβλίο, όπως το γιαούρτι, τα λουκάνικα, το φύλλο, η μαγειρίτσα, ακόμη και τα κόλλυβα, όπως τα έκαναν οι θείες μας» λέει η Μπέτυ. «Η Ελλάδα είναι μια ανάμνηση για εμάς. Πάντα θέλαμε να επιστρέψουμε και το πετυχαίνουμε μέσα από το βιβλίο αυτό» σχολιάζει η Σαμάνθα.

Όλες οι συνταγές προέρχονται από φίλους και συγγενείς της οικογένειας Μπακοπούλου σε διάφορες περιοχές της Ελλάδας. «Πρώτα δοκιμάζουμε τα φαγητά στο σπίτι και στη συνέχεια προχωρούμε στη συγγραφή τους βήμα-βήμα. Θέλουμε η νοικοκυρά που θα τα φτιάξει να μην αντιμετωπίσει δυσκολίες, αλλά να της βγει εξίσου νόστιμο. Αν κάτι δε μας πετυχαίνει, τότε δεν το συμπεριλαμβάνουμε» επισημαίνει η Ελένη, οι φωτογραφίες της οποίας κοσμούν όλο το βιβλίο. 


Οδηγοί - Μαγειρική περιοδεία στην Ελλάδα
 
Βεβαίως, δεν αρκεί η κατά γράμμα εκτέλεση μιας συνταγής για να μάθει κανείς να μαγειρεύει ελληνικά φαγητά. «Παίζουν ρόλο και τα συστατικά, όπως το ελληνικό λάδι, οι ελιές, τα τυριά, το κρασί, τα όσπρια. Δίνουν άλλη γεύση στο τελικό αποτέλεσμα» αναφέρει η Ελένη Μπακόπουλος.

Μάλιστα, οι τρεις αδελφές Μπακόπουλος σχεδιάζουν μια «μαγειρική περιοδεία» τον ερχόμενο Μάιο. «Θέλουμε να φέρουμε κόσμο στα δικά μας μέρη να μάθουν για τα ελληνικά προϊόντα, να ζήσουν στην Ελλάδα. Μια διαφορετική Ελλάδα. Όχι μόνο στα τουριστικά μέρη που προτείνουν οι οδηγοί. Ο ξένος θέλει να έρθει στην Ελλάδα, αλλά δυστυχώς δεν ξέρει κάποιον εδώ για να τον βοηθήσει» καταλήγει η Μπέτυ.